αντισεισμικός
Προφορά
Ετυμολογία
αντισεισμικός αντί + σεισμικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αντισεισμικός -ή, -ό
✦ ο ανθεκτικός στις σεισμικές δονήσεις
✦ που αποβλέπει στην πρόληψη των καταρρεύσεων από σεισμό: αντισεισμική πολιτική
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–