αντιπαχυντικός
Προφορά
Ετυμολογία
αντιπαχυντικός αντί + παχυντικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αντιπαχυντικός -ή, -ό
✦ αυτός που δεν παχαίνει, δεν προκαλεί πάχυνση του σώματος: αντιπαχυντικές τροφές
✦ αυτός που καταπολεμά το πάχος: αντιπαχυντική δίαιτα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–