αντηχώ
Προφορά
Ετυμολογία
αντηχώ αρχαία ελληνική ἀντηχῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αντηχώ -είς, -εί
✦ ανακλώ τον ήχο, δίνω ηχώ: τώρα αθώα δεν αντηχεί τα λαλήματα η φλογέρα (Δ. Σολωμός)
✦ δονούμαι, βουίζω από φωνές, από ήχους: μες σε παλάτια που σα σπήλια αντήχαν απ’ τις μουσικές (Κ. Βάρναλης)
Συνώνυμα
αντιλαλώ, αντιβουίζω
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–