ανοξία


ανοξία
Προφορά

Ετυμολογία
ανοξία └γαλλ┘ anoxie, από τα └ελλ┘ αν- στερητικό + οξ(υγόνο)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ανοξία

(βιολ.) ελάττωση της ποσότητας του οξυγόνου των ιστών, ανεπαρκής τροφοδότηση των ιστών με οξυγόνο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.