ανθρωποθύτης
Προφορά
Ετυμολογία
ανθρωποθύτης άνθρωπος + θύτης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο ανθρωποθύτης
✦ αυτός που τελεί ανθρωποθυσία για να εξευμενίσει θεότητα
✦ (συνεκδ.) αυτός που οδηγεί στον αφανισμό πολλούς ανθρώπους για την επίτευξη κάποιου σκοπού: η μάχη μπορεί να κερδήθηκε αλλά τον ανθρωποθύτη στρατηγό δεν τον συγχώρησαν ποτέ για τους χιλιάδες νεκρούς
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–