ανθίσταμαι
Προφορά
Ετυμολογία
ανθίσταμαι αρχαία ελληνική ἀνθίσταμαι
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ανθίσταμαι
✦ αντιστέκομαι, προβάλλω αντίσταση, αμύνομαι: οι στρατιώτες μαζί με τους κατοίκους ανθίστανται γενναία
✦ (συνεκδ.) δεν υποχωρώ, αρνούμαι, εναντιώνομαι: ο Υπουργός ανθίσταται στις απαιτήσεις των ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–