ανεστραμμένος


ανεστραμμένος
Προφορά

Ετυμολογία
ανεστραμμένος μτχ. παθητ. πρκμ. του ρήματος αναστρέφω

Ερμηνεία
ανεστραμμένος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. αντίστροφος, ανάποδος, αναποδογυρισμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ανεστραμμένως

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.