ανεξίκακος


ανεξίκακος
Προφορά

Ετυμολογία
ανεξίκακος μεταγενέστερη ελληνική ἀνεξίκακος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανεξίκακος -η, -ο

✦ ο ανεχόμενος το κακό, που δεν κρατά κακία

Συνώνυμα
αμνησίκακος, μακρόθυμος
Αντίθετα
μνησίκακος, εκδικητικός
Επιρρήματα
ανεξίκακα (Κ ανεξικάκως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.