ανεμομείκτης


ανεμομείκτης
Προφορά

Ετυμολογία
ανεμομείκτης άνεμος + μ(ε)ιγνύω

Ερμηνεία
ανεμομείκτης

✦ (γεωργ. τεχνολ.) κινητήρας με μεγάλο έλικα που αναμιγνύει μηχανικά τον αέρα και αποτρέπει τη βλαπτική στις καλλιέργειες επίδραση του ψυχρού αέρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.