ανατρομάζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ανατρομάζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/ανατρομάζω.mp3Ετυμολογίαανατρομάζω ανά + τρομάζω Ερμηνεία└ρήμα┘ ανατρομάζω ✦ τρέμω από φόβο, τρομάζω: ανατρόμαξε μόλις άκουσε τη στριγκιά φωνή Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–