ανατριχιάζω


ανατριχιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
ανατριχιάζω μεσαιωνική ελληνική ἀνατριχῶ

Ερμηνεία
ρήμα ανατριχιάζω

✦ αισθάνομαι ρίγος από τρόμο, οργή κτλ.
✦ αποτροπιάζομαι

Συνώνυμα
αναριγώ
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.