αναποκατάστατος


αναποκατάστατος
Προφορά

Ετυμολογία
αναποκατάστατος ἀ στερητικό + αποκαθίστημι

Ερμηνεία
επίθετο┘ αναποκατάστατος -η, -ο

✦ που δεν αποκαταστάθηκε οικονομικά, κοινωνικά, ηθικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.