αναμπουμπούλα


αναμπουμπούλα
Προφορά

Ετυμολογία
αναμπουμπούλα από το επίρρημα αναμπάμπουλα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αναμπουμπούλα

✦ αναστάτωση, αναταραχή, σύγχυση: στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται (παροιμ. φρ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.