αναμνηστικός
Προφορά
Ετυμολογία
αναμνηστικός αρχαία ελληνική ἀναμνηστικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αναμνηστικός -ή, -ό
✦ που προορίζεται για να θυμίζει: αναμνηστική πλάκα
✦ ουδ. αναμνηστικό ως ουσ., αντικείμενο που θυμίζει κάτι, ενθύμιο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–