ανακατατάξιμος


ανακατατάξιμος
Προφορά

Ετυμολογία
ανακατατάξιμος ανακατατάσσω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανακατατάξιμος -η, -ο

✦ ο κατάλληλος ή ικανός για ανακατάταξη, που έχει τα προσόντα και τα δικαιώματα για ανακατάταξη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.