αναισθητώ


αναισθητώ
Προφορά

Ετυμολογία
αναισθητώ αρχαία ελληνική ἀναισθητῶ

Ερμηνεία
ρήμα αναισθητώ -είς, -εί

✦ αναισθητοποιώ (βλ. λ.)
✦ (αμτβ.) είμαι αναίσθητος σωματικά ή ψυχικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.