αναδόμηση


αναδόμηση
Προφορά

Ετυμολογία
αναδόμηση αναδομώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αναδόμηση

✦ ξαναχτίσιμο
(μτφ. ) αναδιάρθρωση, ανασχηματισμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.