ανήλιος


ανήλιος
Προφορά

Ετυμολογία
ανήλιος αρχαία ελληνική ἀνήλιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανήλιος -α, -ο

✦ που δεν έχει ήλιο, που δεν τον βλέπει, δεν τον φτάνει ο ήλιος, σκοτεινός: κελί ανήλιο

Συνώνυμα

Αντίθετα
ευήλιος, προσήλιος, προσηλιακός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.