ανήκω


ανήκω
Προφορά

Ετυμολογία
ανήκω αρχαία ελληνική ἀνήκω

Ερμηνεία
ρήμα ανήκω

✦ είμαι κτήμα κάποιου
✦ αποτελώ μέρος ή μέλος συνόλου
✦ ανάγομαι, έχω σχέση: όλα αυτά ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.