ανάκατος
Προφορά
Ετυμολογία
ανάκατος μεσαιωνική ελληνική ἀνάκατος, από συνεκφ. των επιρρ. ἄνω και κάτω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ανάκατος -η, -ο
✦ ανάμεικτος, αποτελούμενος από διαφορετικά στοιχεία
✦ ο άνω κάτω, άτακτος, ακατάστατος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ανάκατα