ανάδραση
Προφορά
Ετυμολογία
ανάδραση ανά + δράση• μετάφραση του └αγγλ┘feedback
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ανάδραση
✦ διαδικασία επιστροφής ενός τμήματος της ενέργειας εξόδου στην είσοδο ενός συστήματος που μεταφέρει ποσότητα πληροφοριών: ανάδραση παρατηρείται στον ηλεκτρικό φούρνο στον οποίο ο αυτόματος ρυθμιστής διακόπτει την παροχή ενέργειας όταν η θερμοκρασία ανυψώνεται πάνω από το επιθυμητό σημείο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–