αμητός


αμητός
Προφορά

Ετυμολογία
αμητός αρχαία ελληνική ἀμητός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αμητός

✦ η συγκομιδή
✦ (κ. μτφ.) αμητός των γνώσεων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.