αμακαδόρος


αμακαδόρος
Προφορά

Ετυμολογία
αμακαδόρος αμάκα

Ερμηνεία
αμακαδόρος

✦ -ισσα, -ικο επίθ. που ζει σε βάρος των άλλων

Συνώνυμα
σελέμης, τζαμπατζής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.