αμήν
Προφορά
Ετυμολογία
αμήν μεταγενέστερη ελληνική ἀμήν
Ερμηνεία
└επιφώνημα┘ αμήν
✦ είθε, μακάρι, γένοιτο (κατακλείδα εκκλησιαστικών ευχών και εκφωνήσεων)
✦ φρ. φτάσαμε στο αμήν, στο έσχατο κατάντημα (από την άποψη υλικών μέσων)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–