αμάκα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αμάκαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αμάκα.mp3Ετυμολογίααμάκα └βενετ┘ └φρ┘a macca (=άφθονα) Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η αμάκα ✦ εξασφάλιση, απόχτηση αγαθών σε βάρος άλλων, παρασιτισμός ✦ (ως επίρρ.) δωρεάν, τζάμπα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–