αλυσόδετος


αλυσόδετος
Προφορά

Ετυμολογία
αλυσόδετος άλυσις + δετός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αλυσόδετος -η, -ο

✦ δεμένος με αλυσίδες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.