αλπινισμός


αλπινισμός
Προφορά

Ετυμολογία
αλπινισμός └γαλλ┘ alpinisme

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αλπινισμός

✦ η συστηματική ανάβαση στις Άλπεις ή σε άλλα ψηλά βουνά, ορειβασία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.