αλογοδότητος


αλογοδότητος
Προφορά

Ετυμολογία
αλογοδότητος ἀ στερητικό + λογοδοτώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ αλογοδότητος -η, -ο

✦ αυτός που δεν έχει λογοδοτήσει ή δεν είναι υποχρεωμένος να λογοδοτήσει

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.