αλλότριος


αλλότριος
Προφορά

Ετυμολογία
αλλότριος αρχαία ελληνική ἀλλότριος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αλλότριος -ια, -ιο

✦ ξένος, που ανήκει σε άλλον, άσχετος: χίλιες αλλότριες αξίες που βέβαια δεν είχαν καμιά σχέση με τον τόπο μας (Γ. Σεφέρης)
✦ το ουδ. πληθ. τα αλλότρια ως ουσ., τα ξένα πράγματα, ό,τι ανήκει σε άλλους

Συνώνυμα

Αντίθετα
οικείος, δικός μου
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.