αλληλοδιάδοχος
Προφορά
Ετυμολογία
αλληλοδιάδοχος μεσαιωνική ελληνική ἀλληλοδιάδοχος, β΄ συνθετ. διάδοχος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αλληλοδιάδοχος -η, -ο
✦ ο συντελούμενος με συνεχή διαδοχή
Συνώνυμα
διαδοχικός
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
αλληλοδιάδοχα (Κ αλληλοδιαδόχως)