αλεξικέραυνο


αλεξικέραυνο
Προφορά

Ετυμολογία
αλεξικέραυνο θ. του αρχαίου ελληνικού ρ. ἀλέξω + κεραυνός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αλεξικέραυνο

✦ συσκευή κατάλληλη για να προστατεύει από τους κεραυνούς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.