αλεξίκακος
Προφορά
Ετυμολογία
αλεξίκακος αρχαία ελληνική ἀλεξίκακος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αλεξίκακος -η, -ο
✦ αυτός που προφυλάσσει από το κακό: κι όλες τριγύρα του να πούνε στη Μάνα – Θεά τον αλεξίκακο άγιο ύμνο (Άγγ. Σικελιανός)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–