αλεημόνητος
Προφορά
Ετυμολογία
αλεημόνητος ἀ στερητικό + ελεημονώ
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αλεημόνητος -η, -ο
✦ αυτός στον οποίο δεν έδωσαν ελεημοσύνη, που δεν ελεήθηκε ή δεν αξίζει να ελεηθεί
✦ χωρίς έλεος, με σκληρότητα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
αλεημόνητα, χωρίς ελεημοσύνη