αλγολαγνεία
Προφορά
Ετυμολογία
αλγολαγνεία άλγος + λαγνεία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αλγολαγνεία
✦ σεξουαλική διαστροφή κατά την οποία προκαλούνται ηδονικά αισθήματα δια του άλγους (βλ. λ. σαδισμός κ. μαζοχισμός)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–