ακτιβισμός


ακτιβισμός
Προφορά

Ετυμολογία
ακτιβισμός └γαλλ┘ activisme

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ακτιβισμός

✦ φιλοσοφική θεωρία που δέχεται ως κριτήριο της αλήθειας την αποτελεσματικότητα της δράσης
✦ πολιτική αντίληψη ή πρακτική που εκφράζεται με εντυπωσιακές ενέργειες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.