ακριβός
Προφορά
Ετυμολογία
ακριβός από τα αρχαία ελληνικά ἀκριβής
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ακριβός -ή, -ό
✦ που έχει μεγάλη τιμή, αξία
✦ (μτφ. ) ιδιαίτερα αγαπητός, πολύτιμος: ο ακριβός μου φίλος
✦ ως ουσ. ο ακριβός κ. η ακριβή, ο αγαπητικός, η αγαπητικιά
Συνώνυμα
λατρευτός, ποθητός
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ακριβά