ακολασία


ακολασία
Προφορά

Ετυμολογία
ακολασία αρχαία ελληνική ἀκολασία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ακολασία

✦ ασέλγεια, λαγνεία, αποχαλίνωση του σαρκικού πάθους

Συνώνυμα

Αντίθετα
εγκράτεια
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.