ακοίταχτος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ακοίταχτοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/ακοίταχτος.mp3Ετυμολογίαακοίταχτος ἀ στερητικό + κοιτάζω Ερμηνεία└επίθετο┘ ακοίταχτος -η, -ο ✦ που δεν τον κοίταξαν, δεν τον φρόντισαν: είναι τόσες μέρες στο κρεβάτι ακοίταχτος Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματαακοίταχτα