αιμοφιλία


αιμοφιλία
Προφορά

Ετυμολογία
αιμοφιλία απόδοση του └αγγλ┘όρου haemophilia

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αιμοφιλία

✦ κληρονομική πάθηση που προκαλεί ακατάσχετες αιμορραγίες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.