αιθύλιο


αιθύλιο
Προφορά

Ετυμολογία
αιθύλιο └γαλλ┘ éthyle

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αιθύλιο

✦ (χημ.) μονοσθενής οργανική ρίζα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.