αθώρητος


αθώρητος
Προφορά

Ετυμολογία
αθώρητος ἀ στερητικό + θωρώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ αθώρητος -η, -ο

✦ ο αθέατος, που δε φαίνεται: τη νύχτα βλέπει όλα τ’ αθώρητα που απόκρυβεν η πλάνα η μέρα (Γ. Δροσίνης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.