αθόλωτος


αθόλωτος
Προφορά

Ετυμολογία
αθόλωτος ἀ στερητικό + θολωτός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αθόλωτος -η, -ο

✦ ο χωρίς θόλο, που δεν είναι σκεπασμένος με θόλο

Συνώνυμα

Αντίθετα
θολωτός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.