αθέρας


αθέρας
Προφορά

Ετυμολογία
αθέρας αρχαία ελληνική ἀθήρ, -έρος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αθέρας

✦ το άγανο των σταχυών
✦ η κόψη των κοφτερών οργάνων
(μτφ. ) το πιο εκλεκτό μέρος ενός συνόλου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.