αθάμπωτος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αθάμπωτοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αθάμπωτος.mp3Ετυμολογίααθάμπωτος ἀ στερητικό + θαμπώνω Ερμηνεία└επίθετο┘ αθάμπωτος -η, -ο ✦ που δε θαμπώθηκε ή δε θαμπώνεται: ποιος θα μπορέσει αθάμπωτος το υπέρλευκο κρίνο να μυριστεί; (Κ. Παλαμάς) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–