αζευγάριστος


αζευγάριστος
Προφορά

Ετυμολογία
αζευγάριστος ἀ στερητικό + ζευγαριστός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αζευγάριστος -η, -ο

✦ ανόργωτος, ακαλλιέργητος: χωράφι αζευγάριστο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.