αζεμάτιστος


αζεμάτιστος
Προφορά

Ετυμολογία
αζεμάτιστος ἀ στερητικό + ζεματιστός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αζεμάτιστος -η, -ο

✦ για φαγητά, που δεν έχει περιχυθεί με καυτό υγρό (βούτυρο, λάδι, κτλ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα
ζεματισμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.