αετονύχης
Προφορά
Ετυμολογία
αετονύχης αετός + νύχι
Ερμηνεία
αετονύχης
✦ -ισσα, -ικο επίθ. άνθρωπος με αρπακτικές ικανότητες, εξαιρετικά επιτήδειος (με κακή σημασία), άρπαγας: αετονύχηδες ιδρύουν ψευδεπίγραφα «πανεπιστήμια» και «κολέγια» χωρίς να τους ενοχλεί καμιά εξουσία (Ελευθεροτυπία)
Συνώνυμα
σαΐνι, ατσίδας
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–