αερόσακος
Προφορά
Ετυμολογία
αερόσακος μετάφραση του └αγγλ┘όρου air bag
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο αερόσακος
✦ σάκος τοποθετημένος στο εσωτερικό του πίνακα οργάνων αυτοκινήτου, ο οποίος ενεργοποιείται και φουσκώνει αυτόματα, σε κλάσμα του δευτερολέπτου, και προστατεύει τον οδηγό κατά την πρόσκρουση του αυτοκινήτου σε περιπτώσεις ατυχημάτων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–