αεροσυνοδός


αεροσυνοδός
Προφορά

Ετυμολογία
αεροσυνοδός αήρ + συνοδός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αεροσυνοδός

✦ υπάλληλος της πολιτικής αεροπορίας, που εξυπηρετεί τους επιβάτες κατά τις πτήσεις ή στο αεροδρόμιο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.