αεροβίωση


αεροβίωση
Προφορά

Ετυμολογία
αεροβίωση αήρ, αέρος + βίωσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αεροβίωση

(βιολ.) ιδιότητα οργανισμών οι οποίοι διαβιούν μόνο σε περιβάλλον που περιέχει ελεύθερο οξυγόνο
✦ σύνολο φυσικών ασκήσεων που συντελούν στην αύξηση της λαμβανόμενης από το σώμα ποσότητας οξυγόνου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.